Παρακολουθώντας την επικαιρότητα και την έκρηξη του μεταναστευτικού (ή καλύτερα προσφυγικού) φαινομένου από τα παράλια της Τουρκίας προς τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, ένας μέσος πολίτης αναρωτιέται: Γιατί αυτοί οι άνθρωποι επιλέγουν τα ταξίδια μέσω θάλασσας και όχι από αέρος;
Το ερώτημα αυτό γίνεται πιο έντονο μάλιστα αν αναλογισθεί κανείς το γεγονός πως το μεταναστευτικό ρεύμα των τελευταίων μηνών αποτελείται, κατά κύριο λόγο, από τους φερόμενους ως «αστούς» Σύριους, οι οποίοι είχαν κάποια οικονομική άνεση ή επιφάνεια, αλλά επέλεξαν να αναζητήσουν την τύχη τους μακριά από τους βομβαρδισμούς και τις παλινωδίες ενός εμφυλίου. Αφού λοιπόν έχουν την οικονομική δυνατότητα, γιατί δεν παίρνουν μία πτήση απευθείας για μία χώρα της κεντρικής Ευρώπης;
Μία μικρή περιήγηση στα sites αεροπορικών εταιρειών, κάνει την απάντηση στο ερώτημα ύποπτη. Ακόμα και υπό την προϋπόθεση πως όλα τα αεροδρόμια στη Συρία είναι ανενεργά ένεκα πολεμικών συρράξεων, η φυγή με τα πόδια προς Λίβανο και Αίγυπτο είναι πολύ λιγότερο επίπονη από ένα ταξίδι προς την Ελλάδα. Ένα αεροπορικό ταξίδι για ένα άτομο από τον Λίβανο στο Aεροδρόμιο Χίθροου της Μ.Βρετανίας κοστίζει 400 ευρώ, ενώ ένα εισιτήριο από την γειτονική της Συρίας, Αίγυπτο απευθείας στην Ιταλία κοστίζει 320 ευρώ. Οι πρόσφυγες ωστόσο επιλέγουν την ακριβή και επικίνδυνη επιλογή του περάσματος της Μεσογείου με βάρκες, με κόστος ανά κεφάλι, τουλάχιστον τα 1000 ευρώ, όπως έχουν μεταδώσει ανά καιρούς διάφορα διεθνή μέσα και ειδικοί επί του ζητήματος. Είναι τρελοί; Όχι φυσικά. Τρελή είναι η Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Όχι, δεν πρόκειται για πρόβλεψη πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου, δηλαδή κάποιας συνθήκης, αλλά για μία απλή οδηγία που χρονολογείται από το 2001 (2001/51/EC) και που βάζει φραγμούς στην ελεύθερη προσέλευση προσώπων από τρίτες χώρες, επικαλούμενη ζητήματα ασφάλειας. Πιο συγκεκριμένα, το πρώτο άρθρο της οδηγίας αναφέρει: «Για να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η λαθρομετανάστευση, είναι καίριας σημασίας όλα τα κράτη μέλη να θεσπίσουν διατάξεις για τον καθορισμό των υποχρεώσεων των μεταφορέων που μεταφέρουν αλλοδαπούς στο έδαφος των κρατών μελών». (Το κείμενο στα αγγλικα: Ιn order to combat illegal immigration effectively, it is essential that all the Member States introduce provisions laying down the obligations of carriers transporting foreign nationals into the territory of the Member States).
Προχωρώντας στα βαθιά νερά της συγκεκριμένης οδηγίας, η πεποίθηση δικαίου, επικαλούμενη ζητήματα καταπολέμησης της παράνομης μετανάστευσης, επιφορτίζει με το κόστος μεταφοράς των μεταναστών πίσω στην χώρα τους, τις αεροπορικές εταιρείες που δεν τηρούν τα εκάστοτε εθνικά αυστηρά κριτήρια, γεγονός που είναι ζημιογόνο για τις ίδιες και λειτουργεί ως αποτρεπτικός παράγοντας. Ωστόσο, η ίδια οδηγία στη παράγραφο 3, αναφέρει πως η συγκεκριμένη «πεποίθηση δικαίου» δεν αφορά πρόσφυγες, σύμφωνα με το καθεστώς που ορίζει η συνθήκη της Γένοβας. Άρα η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι χαμένη στη μετάφραση της νομοθεσίας που η ίδια δημιούργησε αδυνατώντας, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο να ορίσει σαφώς και ένεκα των έκτακτων περιστάσεων ποιος είναι και ποιος δεν είναι πρόσφυγας.
Τα ζητήματα λοιπόν που προκύπτουν είναι δύο: Πρώτον, το πρόβλημα δεν εναπόκειται αποκλειστικά και μόνον σε θέματα παραβίασης Σέγκεν και άρα σε προβλήματα παραβίασης εσωτερικής ευρωπαϊκής έννομης τάξης που επιφέρει πρόστιμα και άλλες επιπτώσεις στα μη συμμορφούμενα κράτη-μέλη. Δεύτερο και πιο σημαντικό είναι το γεγονός πως δεν υπάρχει η στοιχειώδης πολιτική πεποίθηση από πλευράς θεσμών και Κρατών Μελών για αίτηση προσωρινής αναστολής της εν λόγω οδηγίας ένεκα έκτακτων καταστάσεων.
Με απλά λόγια, η ευρωπαϊκή ηγεσία δεν έχει δεμένα τα χέρια της από καμία συνθήκη και μπορεί να λάβει δράση άμεσα και αποφασιστικά, απλά με διαδικασίες εσωτερικής και προσωρινής μετατροπής της εκάστοτε κείμενης και σχετικής εθνικής νομοθεσίας που προέκυψε από την ενσωμάτωση της συγκεκριμένης οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη. Μια απλή υπουργική απόφαση δηλαδή θα αποσυμφορήσει τα νησιά του Αιγαίου, επιτρέποντας στους πρόσφυγες να πετάξουν προς όλα τα εθνικά αεροδρόμια σε όλες τις χώρες που θα πράξουν τα δέοντα.
Καμία δικαιολογία λοιπόν. Μόνο πράξη πολιτική. Και βούληση σωτηρίας δεκάδων ψυχών.